lexiko-gr.com Δωρεάν ηλεκτρονικό λεξικό γλώσσα.

Κατάλογος των μεταφράσεων: καλεσμένος

Λεξικό:
αγγλικά
Μεταφράσεις:
caller, chap, coves, cuss, diner, fellow, guest, guy, inmate, patron, visitant, visitor
καλεσμένος
Λεξικό:
τσεχική
Μεταφράσεις:
chlap, chlápek, druh, host, návštěvník, člověk
Λεξικό:
γερμανικά
Μεταφράσεις:
besucher, gast, kunde
Λεξικό:
δανική
Μεταφράσεις:
besøgende, fremmed, gast, gæst, kar
Λεξικό:
ισπανικά
Μεταφράσεις:
convidado, huésped, invitado, socio, tipo, visitante
Λεξικό:
γαλλικά
Μεταφράσεις:
convive, convié, hôte, invité, miche, type, visiteur
Λεξικό:
ιταλικά
Μεταφράσεις:
convitato, invitato, ospite, tipo, tizio, visitatore
Λεξικό:
νορβηγικά
Μεταφράσεις:
besøkende, fremmed, gast, gjest, kar, tilreisende
Λεξικό:
ρωσικά
Μεταφράσεις:
гости, гость, гостья, постоялец
Λεξικό:
σουηδικά
Μεταφράσεις:
gäst
Λεξικό:
αλβανικά
Μεταφράσεις:
mysafir, vizitor
Λεξικό:
λευκορωσίας
Μεταφράσεις:
госць
Λεξικό:
εσθονική
Μεταφράσεις:
külastaja
Λεξικό:
φινλανδικά
Μεταφράσεις:
kävijä, vierailija, vieras
Λεξικό:
κροατικά
Μεταφράσεις:
gost, momak
Λεξικό:
ουγγρική
Μεταφράσεις:
látogató, pasi, srác, vendég
Λεξικό:
λιθουανική
Μεταφράσεις:
lankytojas, svečias
Λεξικό:
πορτογαλικά
Μεταφράσεις:
convidado, freguês, hospede, hóspede, incitado, tipo, visita, visitante
Λεξικό:
σλοβενική
Μεταφράσεις:
gost
Λεξικό:
ουκρανικά
Μεταφράσεις:
відвідувач, візитер, гість, запрошений, ревізор, інспектор
Λεξικό:
πολωνική
Μεταφράσεις:
gość

Σχετικές λέξεις

καλεσμένος ούρησε πάνω στην καρέκλα του μπογδάνου, καλεσμένος κατούρησε τον μπογδάνο, καλεσμένος κατούρησε μέσα στο studio του μπογδάνου εν ώρα εκπομπής, καλεσμένος που ούρησε στον μπογδάνο, καλεσμένοσ έβγαλε το φόρεμα παρουσιάστριασ on air, καλεσμένος σε γάμο τι να φορεσω, καλεσμένος-έβγαλε-το-φόρεμα-παρουσιά, καλεσμένος προς καμπουράκη – οικονομέα «είστε βλάκες », καλεσμένος σε γάμο, καλεσμένος έβγαλε το φόρεμα παρουσιάστριας video