lexiko-gr.com Δωρεάν ηλεκτρονικό λεξικό γλώσσα.

Κατάλογος των μεταφράσεων: καταρράκτης

Λεξικό:
αγγλικά
Μεταφράσεις:
cascade, cataract, waterfall
καταρράκτης
Λεξικό:
τσεχική
Μεταφράσεις:
kaskáda, katarakt, vodopád
Λεξικό:
γερμανικά
Μεταφράσεις:
kaskade, katarakt, star, wasserball, wasserfall, wasserfalle
Λεξικό:
δανική
Μεταφράσεις:
fors, foss, kaskade, katarakt, vandfald
Λεξικό:
ισπανικά
Μεταφράσεις:
cascada, catarata, cataratas, nube
Λεξικό:
γαλλικά
Μεταφράσεις:
albugo, cascade, cataracte, chute, leucome, taie
Λεξικό:
ιταλικά
Μεταφράσεις:
cascata
Λεξικό:
νορβηγικά
Μεταφράσεις:
fors, foss, fossefall, kaskade, katarakt, vannfall, vattenfall
Λεξικό:
ρωσικά
Μεταφράσεις:
бельмо, водопад, каскад, катаракта, порог
Λεξικό:
σουηδικά
Μεταφράσεις:
fors, kaskad, katarakt, vattenfall
Λεξικό:
βουλγαρικά
Μεταφράσεις:
водопад
Λεξικό:
λευκορωσίας
Μεταφράσεις:
вадаспад, каскад, катаракта
Λεξικό:
φινλανδικά
Μεταφράσεις:
koski, vesiputous
Λεξικό:
κροατικά
Μεταφράσεις:
vodopad
Λεξικό:
ουγγρική
Μεταφράσεις:
kaszkád, vízesés, zuhatag
Λεξικό:
λιθουανική
Μεταφράσεις:
krioklys
Λεξικό:
πορτογαλικά
Μεταφράσεις:
cachoeira, cascada, cascata, catarata
Λεξικό:
ρουμανική
Μεταφράσεις:
cascadă
Λεξικό:
σλοβακική
Μεταφράσεις:
kaskáda, vodopád
Λεξικό:
ουκρανικά
Μεταφράσεις:
вистрілити, водоспад, каскад, катаракта, полювання, стріляти
Λεξικό:
πολωνική
Μεταφράσεις:
bielmo, kaskada, katarakta, wodospad, zaćma

Σχετικές λέξεις

καταρράκτης αρτας, καταρράκτης ματιών επέμβαση, καταρράκτης πεντέλης, καταρράκτης μάτια, καταρράκτης τζουμέρκα, καταρράκτης χίου, καταρράκτης τζουμέρκων, καταρράκτης αίματος ανταρκτική, καταρράκτης κρεμαστός, καταρράκτης στα μάτια