lexiko-gr.com Δωρεάν ηλεκτρονικό λεξικό γλώσσα.

Κατάλογος των μεταφράσεων: κουμπί

Λεξικό:
αγγλικά
Μεταφράσεις:
accent, button, knob, paper-weight, paperweight, pressure, push-button, pushbutton
κουμπί
Λεξικό:
τσεχική
Μεταφράσεις:
akcent, důraz, klika, knoflík, přízvuk, tlačítko, výslovnost
Λεξικό:
γερμανικά
Μεταφράσεις:
akzent, betonung, briefbeschwerer, dialekt, druck, druckknopf, knopf, mundart, taste
Λεξικό:
δανική
Μεταφράσεις:
accent, betoning, dialekt, eftertryk, knap, tryk, trykke
Λεξικό:
ισπανικά
Μεταφράσεις:
acento, botón, dejo, dialecto, énfasis
Λεξικό:
γαλλικά
Μεταφράσεις:
accent, accélérer, bouton, bouton-poussoir, poussoir, presse-papiers, serre-papiers
Λεξικό:
ιταλικά
Μεταφράσεις:
accento, bottone, fermacarte, pulsante, tasto
Λεξικό:
νορβηγικά
Μεταφράσεις:
accent, aksent, betoning, brytning, dialekt, knapp, trykk, trykknapp
Λεξικό:
ρωσικά
Μεταφράσεις:
говор, диалект, кнопка, пресс-папье, пуговица, ударение
Λεξικό:
σουηδικά
Μεταφράσεις:
accent, betoning, brytning, knapp, tonfall
Λεξικό:
αλβανικά
Μεταφράσεις:
kopsë, theks
Λεξικό:
βουλγαρικά
Μεταφράσεις:
ударение
Λεξικό:
λευκορωσίας
Μεταφράσεις:
гузiк, гузік
Λεξικό:
εσθονική
Μεταφράσεις:
nupp
Λεξικό:
φινλανδικά
Μεταφράσεις:
korko, nappi, nuppi
Λεξικό:
κροατικά
Μεταφράσεις:
dugme
Λεξικό:
ουγγρική
Μεταφράσεις:
akcentus, billentyű, gomb, hangsúlyjel
Λεξικό:
λιθουανική
Μεταφράσεις:
akcentas, dialektas, mygtukas, saga, tartis
Λεξικό:
πορτογαλικά
Μεταφράσεις:
acento, botou, botão, dedo, dialecto, ênfase
Λεξικό:
ρουμανική
Μεταφράσεις:
accent, buton, nasture
Λεξικό:
σλοβενική
Μεταφράσεις:
gumb, naglas
Λεξικό:
ουκρανικά
Μεταφράσεις:
акцент, ґудзик
Λεξικό:
πολωνική
Μεταφράσεις:
guzik, przycisk

Σχετικές λέξεις

κουμπί του microsoft office, κουμπί ζωής, κουμπί για ηλικιωμένους, κουμπί έναρξης στα windows 8, κουμπί πανικού, κουμπί έκτακτης ανάγκης, κουμπί iphone, κουμπί ιλίσια, κουμπί wps, κουμπί πανικού για ηλικιωμένους