lexiko-gr.com Δωρεάν ηλεκτρονικό λεξικό γλώσσα.

Κατάλογος των μεταφράσεων: κυκλοφορώ

Λεξικό:
αγγλικά
Μεταφράσεις:
circle, circulate, cruise, ply, resound, revolve, rotate
κυκλοφορώ
Λεξικό:
τσεχική
Μεταφράσεις:
cirkulovat, jezdit, kolovat, kroužit, obíhat, otočit, rotovat, točit
Λεξικό:
γερμανικά
Μεταφράσεις:
ablaufen, drehen, durchlaufen, kreisen, kreuzen, kursieren, laufen, rotieren, strömen, umgehen, umlaufen, verkehren, weben, zirkulieren
Λεξικό:
δανική
Μεταφράσεις:
rotere, versere
Λεξικό:
ισπανικά
Μεταφράσεις:
circular, correr, girar, revolver, rodar, rotar
Λεξικό:
γαλλικά
Μεταφράσεις:
circuler, graviter, parader, rôder, tournailler, tourner, tournoyer
Λεξικό:
ιταλικά
Μεταφράσεις:
aggirarsi, circolare, girare, rotare, roteare, ruotare
Λεξικό:
νορβηγικά
Μεταφράσεις:
dreie, kretsa, snurra, versere
Λεξικό:
ρωσικά
Μεταφράσεις:
вращать, колесить, кружить, курсировать, обегать, циркулировать
Λεξικό:
σουηδικά
Μεταφράσεις:
cirkulera, kretsa, snurra
Λεξικό:
λευκορωσίας
Μεταφράσεις:
цыркуляваць
Λεξικό:
εσθονική
Μεταφράσεις:
pöörlema
Λεξικό:
φινλανδικά
Μεταφράσεις:
kieppua
Λεξικό:
ουγγρική
Μεταφράσεις:
bolyong, keringeni, körözni, közlekedni
Λεξικό:
πορτογαλικά
Μεταφράσεις:
circular, girar, revolver, rodar, trotar, voltar, volver
Λεξικό:
σλοβακική
Μεταφράσεις:
obiehať
Λεξικό:
ουκρανικά
Μεταφράσεις:
обернутися, оберніться, обертатися, розповсюджувати, розповсюджуватися, розповсюдити, розповсюдитися, циркулювати
Λεξικό:
πολωνική
Μεταφράσεις:
cyrkulować, krążyć, kursować, obiegać

Σχετικές λέξεις

κυκλοφορώ με ασφάλεια, κυκλοφορώ κι οπλοφορώ, κυκλοφορώ με ασφάλεια download, κυκλοφορώ με ασφάλεια ως πεζός, κυκλοφορώ με ποδήλατο, κυκλοφορώ με ασφάλεια στο δρόμο, κυκλοφορώ με ασφάλεια βιβλίο, κυκλοφορώ με ασφάλεια στην πόλη, κυκλοφορώ με ασφάλεια παιχνιδια