lexiko-gr.com Δωρεάν ηλεκτρονικό λεξικό γλώσσα.

Κατάλογος των μεταφράσεων: κυνηγός

Λεξικό:
αγγλικά
Μεταφράσεις:
chaser, gunner, hunter, huntsman
κυνηγός
Λεξικό:
τσεχική
Μεταφράσεις:
lovec, myslivec
Λεξικό:
γερμανικά
Μεταφράσεις:
jäger, jägersmann
Λεξικό:
δανική
Μεταφράσεις:
jeger, jæger
Λεξικό:
ισπανικά
Μεταφράσεις:
cazador
Λεξικό:
γαλλικά
Μεταφράσεις:
affûteur, baleinier, boucanier, chasseresse, chasseur, loutreur, sardinier
Λεξικό:
ιταλικά
Μεταφράσεις:
cacciatore
Λεξικό:
νορβηγικά
Μεταφράσεις:
jeger
Λεξικό:
ρωσικά
Μεταφράσεις:
егерь, охотник
Λεξικό:
σουηδικά
Μεταφράσεις:
jägare
Λεξικό:
αλβανικά
Μεταφράσεις:
gjahtar
Λεξικό:
λευκορωσίας
Μεταφράσεις:
ахвотнік
Λεξικό:
εσθονική
Μεταφράσεις:
jahimees
Λεξικό:
φινλανδικά
Μεταφράσεις:
eränkävijä
Λεξικό:
κροατικά
Μεταφράσεις:
lovac
Λεξικό:
ουγγρική
Μεταφράσεις:
vadász
Λεξικό:
λιθουανική
Μεταφράσεις:
medžiotojas
Λεξικό:
πορτογαλικά
Μεταφράσεις:
caça, caçador
Λεξικό:
σλοβακική
Μεταφράσεις:
lovec
Λεξικό:
ουκρανικά
Μεταφράσεις:
артилерист, мисливець, спортсмен, філер, єгер
Λεξικό:
πολωνική
Μεταφράσεις:
myśliwy, łowca

Σχετικές λέξεις

κυνηγός κεφαλών, κυνηγός χρόνης, κυνηγός ψάρι, κυνηγός μαγισσών, κυνηγός και φύση, κυνηγός επικηρυγμένων, κυνηγός πολυχρόνης, κυνηγός οστών, κυνηγός χορτιάτης, κυνηγός κυνηγετικά