lexiko-gr.com Δωρεάν ηλεκτρονικό λεξικό γλώσσα.

Κατάλογος των μεταφράσεων: κώμα

Λεξικό:
αγγλικά
Μεταφράσεις:
coma, sleepiness
κώμα
Λεξικό:
τσεχική
Μεταφράσεις:
koma, ospalost
Λεξικό:
γερμανικά
Μεταφράσεις:
dämmerzustand, schlafsucht
Λεξικό:
ισπανικά
Μεταφράσεις:
coma, somnolencia
Λεξικό:
γαλλικά
Μεταφράσεις:
affection, coma, léthargie, somnolence, trypanosomiase
Λεξικό:
ρωσικά
Μεταφράσεις:
спячка
Λεξικό:
ουγγρική
Μεταφράσεις:
kóma, álmosság, álomkór
Λεξικό:
πορτογαλικά
Μεταφράσεις:
coma, sonolência
Λεξικό:
ρουμανική
Μεταφράσεις:
comă
Λεξικό:
ουκρανικά
Μεταφράσεις:
кома
Λεξικό:
πολωνική
Μεταφράσεις:
śpiączka

Σχετικές λέξεις

κώμα+θεραπεία, κώμα+καρκίνος