αγιοποιώ στα αγγλικά αγιοποιώ στα τσεχική αγιοποιώ στα ισπανικά αγιοποιώ στα γαλλικά αγιοποιώ στα ρωσικά αγιοποιώ στα πορτογαλικά αγιοποιώ στα ουκρανικά αγιοποιώ στα πολωνική
κανόνας στα λιθουανική αντίθετο στα λιθουανική βεβαιώνω στα αγγλικά αποθήκευση στα λιθουανική λίμνη στα σλοβενική
βεβαιώνω συνώνυμα αντίθετο ανύψωσης αποθήκευση επίπλων κανόνας του lenz λίμνη αράλη