lexiko-gr.com Δωρεάν ηλεκτρονικό λεξικό γλώσσα.

γράσο στα λευκορωσίας

Λέξη:
γράσο (Αριθμός των γραμμάτων: 5)
Λεξικό:
ελληνικά-λευκορωσίας
Μεταφράσεις (6):
мазь, дзеяч, чарапаха, шмалец, змазка, падмазванне
Σχετικές λέξεις:
λευκορωσίας γράσο, γράσο χαλκού, γράσο υψηλών θερμοκρασιών, γράσο τιμή, γράσο στα ρούχα, γράσο σιλικόνης, γράσο στα λευκορωσίας, мазь στα ελληνικά
γράσο στα λευκορωσίας