lexiko-gr.com Δωρεάν ηλεκτρονικό λεξικό γλώσσα.

διεγείρω στα λευκορωσίας

Λέξη:
διεγείρω (Αριθμός των γραμμάτων: 8)
Λεξικό:
ελληνικά-λευκορωσίας
Μεταφράσεις (11):
абуджаць, абудзіць, будзіць, вызываць, выклікаць, заахвочваць, падахвочваць, прымушаць, стымуляваць, схіляць, узбуджаць
Σχετικές λέξεις:
λευκορωσίας διεγείρω, διεγείρω συνώνυμα, διεγείρω μετάφραση, διεγείρω λεξικο, διεγείρω ετυμολογια, διεγείρω βικιλεξικο, διεγείρω στα λευκορωσίας, абуджаць στα ελληνικά
διεγείρω στα λευκορωσίας