lexiko-gr.com Δωρεάν ηλεκτρονικό λεξικό γλώσσα.

ελαστικός στα λευκορωσίας

Λέξη:
ελαστικός (Αριθμός των γραμμάτων: 9)
Λεξικό:
ελληνικά-λευκορωσίας
Μεταφράσεις (2):
гібкі, гнуткі
Σχετικές λέξεις:
λευκορωσίας ελαστικός, ελαστικόσ σωλήνασ, ελαστικός φίκος, ελαστικός τάπητας, ελαστικός στόκος, ελαστικός σοβάς, ελαστικός στα λευκορωσίας, гібкі στα ελληνικά
ελαστικός στα λευκορωσίας