lexiko-gr.com Δωρεάν ηλεκτρονικό λεξικό γλώσσα.

κασκόλ στα λευκορωσίας

Λέξη:
κασκόλ (Αριθμός των γραμμάτων: 6)
Λεξικό:
ελληνικά-λευκορωσίας
Μεταφράσεις (3):
хустка, кашнэ, шаль
Σχετικές λέξεις:
λευκορωσίας κασκόλ, κασκόλ στα αγγλικά, κασκόλ με τρύπες, κασκόλ με βελόνες, κασκόλ με βελονάκι, κασκόλ λαιμός, κασκόλ στα λευκορωσίας, хустка στα ελληνικά
κασκόλ στα λευκορωσίας