lexiko-gr.com Δωρεάν ηλεκτρονικό λεξικό γλώσσα.

Κατάλογος των μεταφράσεων: λύσσα

Λεξικό:
αγγλικά
Μεταφράσεις:
bisque, cummerbund, fury, muffler, scarf, shawl, tantrum, wrap
λύσσα
Λεξικό:
τσεχική
Μεταφράσεις:
běsnění, dračice, fúrie, hněv, vztek, zlost, zuřivost, šerpa, šál, šátek
Λεξικό:
γερμανικά
Μεταφράσεις:
furie, grimm, jähzorn, raserei, schal, wut, zorn
Λεξικό:
δανική
Μεταφράσεις:
raseri, sjal, skal, slips, tørklæde
Λεξικό:
ισπανικά
Μεταφράσεις:
bufanda, chal, furia, furor, rabia, rebozo
Λεξικό:
γαλλικά
Μεταφράσεις:
châle, colère, fichu, foulard, fureur, furie, rage, écharpe
Λεξικό:
ιταλικά
Μεταφράσεις:
fascia, foulard, furia, furore, rabbia, scialle, sciarpa
Λεξικό:
νορβηγικά
Μεταφράσεις:
halstørkle, raseri, sjal, skal, skjerf, slips
Λεξικό:
ρωσικά
Μεταφράσεις:
бешенство, ярость
Λεξικό:
σουηδικά
Μεταφράσεις:
raseri, schal, sjal
Λεξικό:
αλβανικά
Μεταφράσεις:
furi, shall, tërbim
Λεξικό:
βουλγαρικά
Μεταφράσεις:
бяс
Λεξικό:
λευκορωσίας
Μεταφράσεις:
фурыя, хустка, шаленства
Λεξικό:
εσθονική
Μεταφράσεις:
hullus, raev, raevutsema, viha
Λεξικό:
φινλανδικά
Μεταφράσεις:
huivi, hurjuus, raivo, rajuus, vimma
Λεξικό:
κροατικά
Μεταφράσεις:
bijes, šal
Λεξικό:
ουγγρική
Μεταφράσεις:
fúria, téboly, őrület
Λεξικό:
λιθουανική
Μεταφράσεις:
pasiutligė, įniršis, įtūžis
Λεξικό:
πορτογαλικά
Μεταφράσεις:
bufando, chalé, enfurecer, furor, hidrofobia
Λεξικό:
ρουμανική
Μεταφράσεις:
furie
Λεξικό:
σλοβακική
Μεταφράσεις:
šialenstvo, šál
Λεξικό:
ουκρανικά
Μεταφράσεις:
божевілля, збавте, сказ, фурія, шаленство, шаленість, шаль, шалю, шаля
Λεξικό:
πολωνική
Μεταφράσεις:
furia, szal

Σχετικές λέξεις

λύσσα συμπτώματα, λύσσα κεελπνο, λύσσα ελασσόνα, λύσσα θεσσαλονίκη, λύσσα στις γάτες, λύσσα ωραιόκαστρο, λύσσα στον άνθρωπο, λύσσα στον άνθρωπο συμπτωματα, λύσσα σκυλιών, λύσσα κακιά