lexiko-gr.com Δωρεάν ηλεκτρονικό λεξικό γλώσσα.

Κατάλογος των μεταφράσεων: μαθήτρια

Λεξικό:
αγγλικά
Μεταφράσεις:
pupil
μαθήτρια
Λεξικό:
τσεχική
Μεταφράσεις:
zřítelnice
Λεξικό:
γερμανικά
Μεταφράσεις:
augapfel, pupille
Λεξικό:
ισπανικά
Μεταφράσεις:
niña, pupila
Λεξικό:
γαλλικά
Μεταφράσεις:
prunelle, pupille
Λεξικό:
ιταλικά
Μεταφράσεις:
pupilla
Λεξικό:
νορβηγικά
Μεταφράσεις:
pupill
Λεξικό:
ρωσικά
Μεταφράσεις:
зеница, зрачок
Λεξικό:
σουηδικά
Μεταφράσεις:
pupill
Λεξικό:
βουλγαρικά
Μεταφράσεις:
зеница
Λεξικό:
λευκορωσίας
Μεταφράσεις:
зрэнка
Λεξικό:
φινλανδικά
Μεταφράσεις:
kasvatti
Λεξικό:
ουγγρική
Μεταφράσεις:
pupilla
Λεξικό:
πορτογαλικά
Μεταφράσεις:
pupila
Λεξικό:
σλοβακική
Μεταφράσεις:
žiak
Λεξικό:
ουκρανικά
Μεταφράσεις:
вихованець, зіницю, зіниця, учениця, учень
Λεξικό:
πολωνική
Μεταφράσεις:
źrenica

Σχετικές λέξεις

μαθήτρια από την αθήνα έφαγε το ξύλο της χρονιάς από τον πατέρα της για αυτό το τατουάζ, μαθήτρια τούμπανο, μαθήτρια στην αθήνα έφαγε αποβολή για την εμφάνιση της, μαθήτρια έπεσε μπροστά σε όλους και της φανηκαν ολα, μαθήτρια με προκλητική εμφάνιση, μαθήτρια στην αθήνα έφαγε αποβολή για την εμφάνιση της.. (δες πως πήγε ), μαθήτρια τα έβγαλε μέσα στην τάξη, μαθήτρια επεσε στην παρελαση