lexiko-gr.com Δωρεάν ηλεκτρονικό λεξικό γλώσσα.

γενναιόδωρος στα νορβηγικά

Λέξη:
γενναιόδωρος (Αριθμός των γραμμάτων: 12)
Λεξικό:
ελληνικά-νορβηγικά
Μεταφράσεις (12):
adelig, adelsmann, dyrebar, edel, edelsten, flott, frikostig, gavmild, kostbar, rundhåndet, rundlig, sjenerøs
Σχετικές λέξεις:
νορβηγικά γενναιόδωρος, γενναιόδωρος συνώνυμα, γενναιόδωρος στα αγγλικα, γενναιόδωρος μεταφραση, γενναιόδωρος λεξικο, γενναιόδωρος αγγλικα, γενναιόδωρος στα νορβηγικά, adelig στα ελληνικά
γενναιόδωρος στα νορβηγικά