lexiko-gr.com Δωρεάν ηλεκτρονικό λεξικό γλώσσα.

εμπειρία στα νορβηγικά

Λέξη:
εμπειρία (Αριθμός των γραμμάτων: 8)
Λεξικό:
ελληνικά-νορβηγικά
Μεταφράσεις (15):
bruk, eksperiment, erfare, erfarenhet, erfaring, forsøk, forsøke, føle, lide, oppleve, praksis, prov, prøve, rutine, sensasjon
Σχετικές λέξεις:
νορβηγικά εμπειρία, εμπειρία χρήστη, εμπειρία του μοτοβίλωφ, εμπειρία συνώνυμα, εμπειρία πελάτη, εμπειρία ορισμός, εμπειρία στα νορβηγικά, bruk στα ελληνικά
εμπειρία στα νορβηγικά