lexiko-gr.com Δωρεάν ηλεκτρονικό λεξικό γλώσσα.

επινοώ στα νορβηγικά

Λέξη:
επινοώ (Αριθμός των γραμμάτων: 6)
Λεξικό:
ελληνικά-νορβηγικά
Μεταφράσεις (11):
avkastning, fabrikkere, forfalska, forfalske, frembringe, fremstille, lage, producers, produsere, skape, tilvirke
Σχετικές λέξεις:
νορβηγικά επινοώ, επινοώ συνώνυμο, επινοώ συνώνυμα, επινοώ συνωνυμο, επινοώ σημασία, επινοώ στα νορβηγικά, avkastning στα ελληνικά
επινοώ στα νορβηγικά