lexiko-gr.com Δωρεάν ηλεκτρονικό λεξικό γλώσσα.

καθοδηγώ στα νορβηγικά

Λέξη:
καθοδηγώ (Αριθμός των γραμμάτων: 8)
Λεξικό:
ελληνικά-νορβηγικά
Μεταφράσεις (22):
administrere, anføre, beherske, beordre, bestyre, betjene, bæra, dirigere, driva, drive, forestå, føre, guide, handbok, kjøre, leda, lede, leie, rikta, stelle, styre, veilede
Σχετικές λέξεις:
νορβηγικά καθοδηγώ, καθοδηγώ συνώνυμο, καθοδηγώ συνώνυμα, καθοδηγώ ετυμολογία, καθοδηγώ english, καθοδηγώ στα νορβηγικά, administrere στα ελληνικά
καθοδηγώ στα νορβηγικά