lexiko-gr.com Δωρεάν ηλεκτρονικό λεξικό γλώσσα.

κυριαρχώ στα νορβηγικά

Λέξη:
κυριαρχώ (Αριθμός των γραμμάτων: 8)
Λεξικό:
ελληνικά-νορβηγικά
Μεταφράσεις (12):
beherska, beherske, dominere, dominert, eie, herske, kontroll, overhånd, regjere, rå, råda, styre
Σχετικές λέξεις:
νορβηγικά κυριαρχώ, κυριαρχώ συνώνυμο, κυριαρχώ συνώνυμα, κυριαρχώ στα αγγλικά, κυριαρχώ translate, κυριαρχώ in english, κυριαρχώ στα νορβηγικά, beherska στα ελληνικά
κυριαρχώ στα νορβηγικά