lexiko-gr.com Δωρεάν ηλεκτρονικό λεξικό γλώσσα.

μοναρχία στα νορβηγικά

Λέξη:
μοναρχία (Αριθμός των γραμμάτων: 8)
Λεξικό:
ελληνικά-νορβηγικά
Μεταφράσεις (2):
kongedømme, monarki
Σχετικές λέξεις:
νορβηγικά μοναρχία, συνταγματική μοναρχία, πεφωτισμένη μοναρχία, μοναρχία του ιουλίου, μοναρχία στην ελλάδα, μοναρχία στην αρχαια ελλαδα, μοναρχία στα νορβηγικά, kongedømme στα ελληνικά
μοναρχία στα νορβηγικά