lexiko-gr.com Δωρεάν ηλεκτρονικό λεξικό γλώσσα.

στοργή στα νορβηγικά

Λέξη:
στοργή (Αριθμός των γραμμάτων: 6)
Λεξικό:
ελληνικά-νορβηγικά
Μεταφράσεις (14):
affekt, elskov, emosjon, følelse, kjærlighet, lidelse, rørelse, sensasjon, sinnsbevegelse, sjuk, sykdom, tilknytning, yrkessykdom, ømhet
Σχετικές λέξεις:
νορβηγικά στοργή, στοργή συνώνυμα, στοργή στο λαό του βασίλη δούβλη, στοργή στο λαό δούβλης, στοργή στο λαό, στοργή παπανικολάου, στοργή στα νορβηγικά, affekt στα ελληνικά
στοργή στα νορβηγικά