lexiko-gr.com Δωρεάν ηλεκτρονικό λεξικό γλώσσα.

Κατάλογος των μεταφράσεων: νύφη

Λεξικό:
αγγλικά
Μεταφράσεις:
daughter, daughter-in-law
νύφη
Λεξικό:
γερμανικά
Μεταφράσεις:
schwiegertochter
Λεξικό:
δανική
Μεταφράσεις:
svigerdatter
Λεξικό:
ισπανικά
Μεταφράσεις:
nuera
Λεξικό:
γαλλικά
Μεταφράσεις:
belle-fille, bru
Λεξικό:
ιταλικά
Μεταφράσεις:
nuora
Λεξικό:
νορβηγικά
Μεταφράσεις:
svigerdatter
Λεξικό:
ρωσικά
Μεταφράσεις:
невестка, сноха
Λεξικό:
σουηδικά
Μεταφράσεις:
sonhustru, svärddotter
Λεξικό:
αλβανικά
Μεταφράσεις:
nuse
Λεξικό:
λευκορωσίας
Μεταφράσεις:
братавая, нявестка, ятроўка
Λεξικό:
εσθονική
Μεταφράσεις:
käli
Λεξικό:
φινλανδικά
Μεταφράσεις:
käly, miniä
Λεξικό:
κροατικά
Μεταφράσεις:
šogorica
Λεξικό:
ουγγρική
Μεταφράσεις:
meny
Λεξικό:
σλοβενική
Μεταφράσεις:
snaha
Λεξικό:
ουκρανικά
Μεταφράσεις:
зовиця, невістка
Λεξικό:
πολωνική
Μεταφράσεις:
brojler, synowa

Σχετικές λέξεις

νύφη ονειροκρίτης, νύφη γιώργου παπανδρέου, νύφη μου να περνάς καλά – γιώργος ζερβάκης, νύφη του παπανδρέου, νύφη παπανδρέου, νύφη 2014, νύφη για πολλά γούστα, νύφη ή νύμφη