lexiko-gr.com Δωρεάν ηλεκτρονικό λεξικό γλώσσα.

αγγίζω στα ουγγρική

Λέξη:
αγγίζω (Αριθμός των γραμμάτων: 6)
Λεξικό:
ελληνικά-ουγγρική
Μεταφράσεις (7):
érintés, tapintás, érint, megmozgat, mozdítani, érinteni, kullancs
Σχετικές λέξεις:
ουγγρική αγγίζω, σε αγγίζω, αγγίζω το ξυράφι λίγο λίγο στάζει αίμα και μου φαίνεται αστείο, αγγίζω συνώνυμο, αγγίζω συνώνυμα, αγγίζω στα αγγλικά, αγγίζω στα ουγγρική, érintés στα ελληνικά
αγγίζω στα ουγγρική