δεόντως στα αγγλικά δεόντως στα τσεχική δεόντως στα γερμανικά δεόντως στα γαλλικά δεόντως στα φινλανδικά δεόντως στα σλοβακική δεόντως στα πολωνική
καθαρίζω στα φινλανδικά αμέσως στα ρωσικά ανώμαλος στα ιταλικά όχημα στα ισπανικά αυτόγραφο στα πολωνική
όχημα της πυροσβεστικής αναποδογύρισε στον κόμβο του αγίου παύλου αμέσως αντώνυμο καθαρίζω το φούρνο αυτόγραφο παντελιδη