lexiko-gr.com Δωρεάν ηλεκτρονικό λεξικό γλώσσα.

ξαφνικός στα ουγγρική

Λέξη:
ξαφνικός (Αριθμός των γραμμάτων: 8)
Λεξικό:
ελληνικά-ουγγρική
Μεταφράσεις (3):
hirtelen, váratlan, impulzív
Σχετικές λέξεις:
ουγγρική ξαφνικός, ξαφνικός πόνος στο στομάχι, ξαφνικός πόνος στο γόνατο, ξαφνικός πόνος στην πλάτη, ξαφνικός πόνος στην κοιλιά, ξαφνικός πόνος στη μέση, ξαφνικός στα ουγγρική, hirtelen στα ελληνικά
ξαφνικός στα ουγγρική