lexiko-gr.com Δωρεάν ηλεκτρονικό λεξικό γλώσσα.

παζαρεύω στα ουγγρική

Λέξη:
παζαρεύω (Αριθμός των γραμμάτων: 8)
Λεξικό:
ελληνικά-ουγγρική
Μεταφράσεις (4):
alkudni, alkudozik, alkudozni, alkuszik
Σχετικές λέξεις:
ουγγρική παζαρεύω, παζαρεύω στα ουγγρική, alkudni στα ελληνικά
παζαρεύω στα ουγγρική