lexiko-gr.com Δωρεάν ηλεκτρονικό λεξικό γλώσσα.

χρονικό στα ουγγρική

Λέξη:
χρονικό (Αριθμός των γραμμάτων: 7)
Λεξικό:
ελληνικά-ουγγρική
Μεταφράσεις (2):
híradó, krónika
Σχετικές λέξεις:
ουγγρική χρονικό, χρονικό των τόκκων, χρονικό του χρόνου, χρονικό του μορέως, χρονικό του γαλαξειδίου, χρονικό επανάστασης 1821, χρονικό στα ουγγρική, híradó στα ελληνικά
χρονικό στα ουγγρική