lexiko-gr.com Δωρεάν ηλεκτρονικό λεξικό γλώσσα.

ακάθαρτος στα ουκρανικά

Λέξη:
ακάθαρτος (Αριθμός των γραμμάτων: 9)
Λεξικό:
ελληνικά-ουκρανικά
Μεταφράσεις (21):
антисанітарний, багнистий, бридкий, брудний, відворотний, гидкий, загрозливий, задушливий, замурзаний, занедбаний, кепський, коростявий, мерзотний, неохайний, непристойний, неприємний, огидливий, огидний, погрозливий, потворний, свинський
Σχετικές λέξεις:
ουκρανικά ακάθαρτος, ακάθαρτος στα ουκρανικά, антисанітарний στα ελληνικά
ακάθαρτος στα ουκρανικά