lexiko-gr.com Δωρεάν ηλεκτρονικό λεξικό γλώσσα.

αμμόλοφος στα ουκρανικά

Λέξη:
αμμόλοφος (Αριθμός των γραμμάτων: 9)
Λεξικό:
ελληνικά-ουκρανικά
Μεταφράσεις (9):
вниз, внизу, додолу, долина, донизу, дюна, наниз, пагорб, униз
Σχετικές λέξεις:
ουκρανικά αμμόλοφος, αμμόλοφος στα ουκρανικά, вниз στα ελληνικά
αμμόλοφος στα ουκρανικά