lexiko-gr.com Δωρεάν ηλεκτρονικό λεξικό γλώσσα.

ανάκτορο στα ουκρανικά

Λέξη:
ανάκτορο (Αριθμός των γραμμάτων: 8)
Λεξικό:
ελληνικά-ουκρανικά
Μεταφράσεις (4):
маєток, особняк, палац, чертог
Σχετικές λέξεις:
ουκρανικά ανάκτορο, ανάκτορο φονταινεμπλώ, ανάκτορο των βερσαλλιών, ανάκτορο των αγίων μιχαήλ και γεωργίου, ανάκτορο του μπάκιγχαμ, ανάκτορο της κνωσού, ανάκτορο στα ουκρανικά, маєток στα ελληνικά
ανάκτορο στα ουκρανικά