lexiko-gr.com Δωρεάν ηλεκτρονικό λεξικό γλώσσα.

αποτυχία στα ουκρανικά

Λέξη:
αποτυχία (Αριθμός των γραμμάτων: 8)
Λεξικό:
ελληνικά-ουκρανικά
Μεταφράσεις (23):
аварія, бомбардування, випадок, грюк, грюкіт, екстреність, знесилення, зруйнувати, зіткнення, катастрофа, крайність, крах, ламання, надзвичайний, несподіванка, обрушитися, розбивати, розбити, руйнувати, спішність, структура, терміновість, тріск
Σχετικές λέξεις:
ουκρανικά αποτυχία, αποτυχία της αγοράς αποτυχία της κυβέρνησης ηγεσία και δημόσια πολιτική, αποτυχία της αγοράς, αποτυχία τεστ εγκυμοσύνης, αποτυχία στις πανελλαδικές, αποτυχία ρύθμισης παραμέτρων των ενημερώσεων των windows, αποτυχία στα ουκρανικά, аварія στα ελληνικά
αποτυχία στα ουκρανικά