lexiko-gr.com Δωρεάν ηλεκτρονικό λεξικό γλώσσα.

γαβγίζω στα ουκρανικά

Λέξη:
γαβγίζω (Αριθμός των γραμμάτων: 7)
Λεξικό:
ελληνικά-ουκρανικά
Μεταφράσεις (4):
бухта, гавкати, кора, секція
Σχετικές λέξεις:
ουκρανικά γαβγίζω, γαβγίζω στα ουκρανικά, бухта στα ελληνικά
γαβγίζω στα ουκρανικά