lexiko-gr.com Δωρεάν ηλεκτρονικό λεξικό γλώσσα.

γύρη στα ουκρανικά

Λέξη:
γύρη (Αριθμός των γραμμάτων: 4)
Λεξικό:
ελληνικά-ουκρανικά
Μεταφράσεις (6):
курява, пил, пилок, порох, порошина, порошинка
Σχετικές λέξεις:
ουκρανικά γύρη, γύρη τιμή, γύρη πεύκου, γύρη παρενέργειες, γύρη μετάφραση, γύρη μελισσών παρενεργειες, γύρη στα ουκρανικά, курява στα ελληνικά
γύρη στα ουκρανικά