lexiko-gr.com Δωρεάν ηλεκτρονικό λεξικό γλώσσα.

δωρεά στα ουκρανικά

Λέξη:
δωρεά (Αριθμός των γραμμάτων: 5)
Λεξικό:
ελληνικά-ουκρανικά
Μεταφράσεις (15):
вигода, вклад, д-ра, дар, дарування, дарунок, добро, дотація, здібність, наділення, пожертва, пожертвування, субвенція, субсидія, факультет
Σχετικές λέξεις:
ουκρανικά δωρεά, δωρεά χρημάτων, δωρεά οργάνων σώματος, δωρεά οργάνων νόμος, δωρεά οργάνων, δωρεά μυελού των οστών, δωρεά στα ουκρανικά, вигода στα ελληνικά
δωρεά στα ουκρανικά