lexiko-gr.com Δωρεάν ηλεκτρονικό λεξικό γλώσσα.

επέκταση στα ουκρανικά

Λέξη:
επέκταση (Αριθμός των γραμμάτων: 8)
Λεξικό:
ελληνικά-ουκρανικά
Μεταφράσεις (20):
відстрочка, дзвоник, дзвін, дзвінок, експансія, ескалація, збільшення, опрацювання, поширення, поширювання, продовження, простір, протяг, підсилення, підсилювання, розбудова, розвинення, розвиток, розгортання, розширення
Σχετικές λέξεις:
ουκρανικά επέκταση, επέκταση υπολοίπου what's up, επέκταση υπολοίπου vodafone, επέκταση υπολοίπου q, επέκταση υπολοίπου cu, επέκταση υπολοίπου, επέκταση στα ουκρανικά, відстрочка στα ελληνικά
επέκταση στα ουκρανικά