lexiko-gr.com Δωρεάν ηλεκτρονικό λεξικό γλώσσα.

επιβάτης στα ουκρανικά

Λέξη:
επιβάτης (Αριθμός των γραμμάτων: 8)
Λεξικό:
ελληνικά-ουκρανικά
Μεταφράσεις (4):
натурщик, пасажир, пасажирка, пасажирський
Σχετικές λέξεις:
ουκρανικά επιβάτης, τακτικός επιβάτης, ονειροκρίτης επιβάτης, επιβάτης του χαμένου boeing ανέβασε πριν δύο ώρες status στο facebook, επιβάτης προαστιακού, επιβάτης μίκης θεοδωράκης, επιβάτης στα ουκρανικά, натурщик στα ελληνικά
επιβάτης στα ουκρανικά