lexiko-gr.com Δωρεάν ηλεκτρονικό λεξικό γλώσσα.

επιπόλαιος στα ουκρανικά

Λέξη:
επιπόλαιος (Αριθμός των γραμμάτων: 10)
Λεξικό:
ελληνικά-ουκρανικά
Μεταφράσεις (28):
бистрий, веселий, вогник, дитячий, запалити, запалювати, запаморочливий, засвітити, зухвалий, карколомний, легкий, легковажний, недбайливий, недійсний, незначний, непохмурий, освітити, повітряний, поспішати, прудкий, світлий, світло, скоро, скрипка, фривольний, хутко, швидкий, швидко
Σχετικές λέξεις:
ουκρανικά επιπόλαιος, επιπόλαιοσ translate, επιπόλαιος τι σημαινει, επιπόλαιος συνώνυμο, επιπόλαιος στιχοι, επιπόλαιος σημασία, επιπόλαιος στα ουκρανικά, бистрий στα ελληνικά
επιπόλαιος στα ουκρανικά