lexiko-gr.com Δωρεάν ηλεκτρονικό λεξικό γλώσσα.

κάμπος στα ουκρανικά

Λέξη:
κάμπος (Αριθμός των γραμμάτων: 6)
Λεξικό:
ελληνικά-ουκρανικά
Μεταφράσεις (21):
банальний, відвертий, заяложений, звичайний, зрозумілий, квартира, млявий, невигадливий, некрасивий, нудний, однокольоровий, очевидний, плаский, плескатий, плоский, площина, простий, прямий, рівний, рівнина, ясний
Σχετικές λέξεις:
ουκρανικά κάμπος, κάμποσ χίου χυμόσ, κάμποσ villas κιμωλοσ, κάμπος χίου χυμός διαφήμιση, κάμπος χίου, κάμπος τσακκίστρας, κάμπος στα ουκρανικά, банальний στα ελληνικά
κάμπος στα ουκρανικά