lexiko-gr.com Δωρεάν ηλεκτρονικό λεξικό γλώσσα.

κλαίω στα ουκρανικά

Λέξη:
κλαίω (Αριθμός των γραμμάτων: 5)
Λεξικό:
ελληνικά-ουκρανικά
Μεταφράσεις (7):
жалоба, нарікання, плач, траур, плакати, плачте, ревти
Σχετικές λέξεις:
ουκρανικά κλαίω, κλαίω την ώρα _ μητροπάνος & τερζής, κλαίω την ώρα, κλαίω συνώνυμα, κλαίω συνέχεια, κλαίω πως αλλιώς αφού αγαπιούνται οι άνθρωποι, κλαίω στα ουκρανικά, жалоба στα ελληνικά
κλαίω στα ουκρανικά