lexiko-gr.com Δωρεάν ηλεκτρονικό λεξικό γλώσσα.

ληστεία στα ουκρανικά

Λέξη:
ληστεία (Αριθμός των γραμμάτων: 7)
Λεξικό:
ελληνικά-ουκρανικά
Μεταφράσεις (11):
викрадення, грабування, грабунок, грабіж, здобич, злодійство, крадіж, крадіжка, пограбування, розкрадання, схил
Σχετικές λέξεις:
ουκρανικά ληστεία, ληστεία στα ουκρανικά, викрадення στα ελληνικά
ληστεία στα ουκρανικά