lexiko-gr.com Δωρεάν ηλεκτρονικό λεξικό γλώσσα.

μουσαμάς στα ουκρανικά

Λέξη:
μουσαμάς (Αριθμός των γραμμάτων: 8)
Λεξικό:
ελληνικά-ουκρανικά
Μεταφράσεις (11):
брезент, брезентовий, відпливати, відплисти, вітрило, керувати, парус, плавання, плавати, полотно, поплисти
Σχετικές λέξεις:
ουκρανικά μουσαμάς, μουσαμάς φορτηγού, μουσαμάς τιμές, μουσαμάς με το μέτρο, μουσαμάς ζωγραφικής, μουσαμάς δαπέδου τιμές, μουσαμάς στα ουκρανικά, брезент στα ελληνικά
μουσαμάς στα ουκρανικά