lexiko-gr.com Δωρεάν ηλεκτρονικό λεξικό γλώσσα.

μόνος στα ουκρανικά

Λέξη:
μόνος (Αριθμός των γραμμάτων: 5)
Λεξικό:
ελληνικά-ουκρανικά
Μεταφράσεις (17):
безлюдний, виключний, винятковий, ексклюзивний, лиш, один, одинокий, особисто, просто, підошва, сам, самотинний, самотній, самітний, єдиний, ізолювати, ізолюйте
Σχετικές λέξεις:
ουκρανικά μόνος, μόνος στο σπίτι 3, μόνος στο σπίτι, μόνος στο σκοτάδι, μόνος μου χατζηγιάννης στίχοι, μόνος μου χατζηγιάννης, μόνος στα ουκρανικά, безлюдний στα ελληνικά
μόνος στα ουκρανικά