lexiko-gr.com Δωρεάν ηλεκτρονικό λεξικό γλώσσα.

ομιχλώδης στα ουκρανικά

Λέξη:
ομιχλώδης (Αριθμός των γραμμάτων: 9)
Λεξικό:
ελληνικά-ουκρανικά
Μεταφράσεις (8):
імлистий, млистий, мрячний, пароподібний, трансцендентальний, трансцендентний, туманний, хмарний
Σχετικές λέξεις:
ουκρανικά ομιχλώδης, ομιχλώδησ συνώνυμα, ομιχλώδης οραση, ομιχλώδης στα ουκρανικά, імлистий στα ελληνικά
ομιχλώδης στα ουκρανικά