lexiko-gr.com Δωρεάν ηλεκτρονικό λεξικό γλώσσα.

παγκάκι στα ουκρανικά

Λέξη:
παγκάκι (Αριθμός των γραμμάτων: 7)
Λεξικό:
ελληνικά-ουκρανικά
Μεταφράσεις (8):
банк, берег, вал, лава, лавка, насип, крамниця, ослін
Σχετικές λέξεις:
ουκρανικά παγκάκι, παγκάκι τρίπολη, παγκάκι τιμή, παγκάκι με αποθηκευτικό χώρο, παγκάκι κουκάκι, παγκάκι κήπου 3 θέσεων, παγκάκι στα ουκρανικά, банк στα ελληνικά
παγκάκι στα ουκρανικά