lexiko-gr.com Δωρεάν ηλεκτρονικό λεξικό γλώσσα.

παθητικός στα ουκρανικά

Λέξη:
παθητικός (Αριθμός των γραμμάτων: 9)
Λεξικό:
ελληνικά-ουκρανικά
Μεταφράσεις (4):
гнучкий, несприятливий, пасивний, слабкий
Σχετικές λέξεις:
ουκρανικά παθητικός, παθητικός συνώνυμο, παθητικός μέλλοντας και αόριστος ασκήσεις, παθητικός μέλλοντας και αόριστος, παθητικός μέλλοντας α, παθητικός μέλλοντας, παθητικός στα ουκρανικά, гнучкий στα ελληνικά
παθητικός στα ουκρανικά