lexiko-gr.com Δωρεάν ηλεκτρονικό λεξικό γλώσσα.

περνώ στα ουκρανικά

Λέξη:
περνώ (Αριθμός των γραμμάτων: 5)
Λεξικό:
ελληνικά-ουκρανικά
Μεταφράσεις (19):
виходити, відбуватися, відбутися, відновити, відновлювати, далі, діяти, діятися, переходити, поновити, поновлювати, поновляти, продовжтеся, продовжувати, просуватися, спускатися, спуститися, спустіться, чинитися
Σχετικές λέξεις:
ουκρανικά περνώ, περνώ την ευθύνη, περνώ συνώνυμα, περνώ ρήμα, περνώ παίρνω, περνώ οικογενεια λεξεων, περνώ στα ουκρανικά, виходити στα ελληνικά
περνώ στα ουκρανικά