lexiko-gr.com Δωρεάν ηλεκτρονικό λεξικό γλώσσα.

πλανόδιος στα ουκρανικά

Λέξη:
πλανόδιος (Αριθμός των γραμμάτων: 9)
Λεξικό:
ελληνικά-ουκρανικά
Μεταφράσεις (4):
блукання, бродячий, кочовий, мандрівний
Σχετικές λέξεις:
ουκρανικά πλανόδιος, πλανόδιοσ ψαράσ, πλανόδιοσ σαλπιγκτήσ, πλανόδιος φωτογράφος, πλανόδιος πωλητής, πλανόδιος παγωτατζής, πλανόδιος στα ουκρανικά, блукання στα ελληνικά
πλανόδιος στα ουκρανικά