lexiko-gr.com Δωρεάν ηλεκτρονικό λεξικό γλώσσα.

ρυτίδα στα ουκρανικά

Λέξη:
ρυτίδα (Αριθμός των γραμμάτων: 6)
Λεξικό:
ελληνικά-ουκρανικά
Μεταφράσεις (12):
вишикувати, вишикуватися, генеалогія, зморшка, зморшкуватість, колія, лінія, обрис, риска, ряд, тягнутися, черга
Σχετικές λέξεις:
ουκρανικά ρυτίδα, ρυτίδα στα ουκρανικά, вишикувати στα ελληνικά
ρυτίδα στα ουκρανικά