lexiko-gr.com Δωρεάν ηλεκτρονικό λεξικό γλώσσα.

σύμμαχος στα ουκρανικά

Λέξη:
σύμμαχος (Αριθμός των γραμμάτων: 8)
Λεξικό:
ελληνικά-ουκρανικά
Μεταφράσεις (5):
відношення, залежність, родич, союзний, союзник
Σχετικές λέξεις:
ουκρανικά σύμμαχος, σύμμαχος συνώνυμο, σύμμαχος συνώνυμα, σύμμαχος στα αγγλικά, σύμμαχος μετάφραση, σύμμαχος στα ουκρανικά, відношення στα ελληνικά
σύμμαχος στα ουκρανικά