lexiko-gr.com Δωρεάν ηλεκτρονικό λεξικό γλώσσα.

φυσίγγι στα ουκρανικά

Λέξη:
φυσίγγι (Αριθμός των γραμμάτων: 7)
Λεξικό:
ελληνικά-ουκρανικά
Μεταφράσεις (14):
вмістище, граната, заглибина, заряд, лушпина, оболонка, панель, патрон, патрона, раковина, розетка, снаряд, фундатор, шкаралупа
Σχετικές λέξεις:
ουκρανικά φυσίγγι, φυσίγγι στα ουκρανικά, вмістище στα ελληνικά
φυσίγγι στα ουκρανικά