lexiko-gr.com Δωρεάν ηλεκτρονικό λεξικό γλώσσα.

Κατάλογος των μεταφράσεων: παραμεθόριος

Λεξικό:
αγγλικά
Μεταφράσεις:
ambit, border, borderline, bound, boundary, bourn, compass, customs, frontier, limit, line, minimum, pale, precinct, rope
παραμεθόριος
Λεξικό:
τσεχική
Μεταφράσεις:
hranice, hraniční, limit, limita, mez, mezní, pohraniční, pomezní, pomezí, rozhraní
Λεξικό:
γερμανικά
Μεταφράσεις:
abgrenzung, grenze, limes, mark, scheide, schranke
Λεξικό:
δανική
Μεταφράσεις:
begrænsning, grænse
Λεξικό:
ισπανικά
Μεταφράσεις:
confín, frontera, linde, límite, raya, término
Λεξικό:
γαλλικά
Μεταφράσεις:
barrière, danser, frontière, limite
Λεξικό:
ιταλικά
Μεταφράσεις:
confine, frontiera, limite, termine
Λεξικό:
νορβηγικά
Μεταφράσεις:
grense, skille
Λεξικό:
ρωσικά
Μεταφράσεις:
граница, предел
Λεξικό:
σουηδικά
Μεταφράσεις:
gräns
Λεξικό:
αλβανικά
Μεταφράσεις:
cak, kufi
Λεξικό:
βουλγαρικά
Μεταφράσεις:
граница
Λεξικό:
λευκορωσίας
Μεταφράσεις:
граніца, мяжа, рубеж
Λεξικό:
εσθονική
Μεταφράσεις:
piir
Λεξικό:
φινλανδικά
Μεταφράσεις:
raja
Λεξικό:
κροατικά
Μεταφράσεις:
granica, kraj
Λεξικό:
λιθουανική
Μεταφράσεις:
riba, siena
Λεξικό:
πορτογαλικά
Μεταφράσεις:
confins, fronteira, limite, raia, término
Λεξικό:
ρουμανική
Μεταφράσεις:
limita
Λεξικό:
ουκρανικά
Μεταφράσεις:
блідий, верховина, вершина, вишикувати, вишикуватися, відділ, відділення, відзначати, відзначити, відмітити, відмічати, відтиск, генеалогія, границя, дивізія, діапазон, ділення, закінчення, зблідлий, зморшка, знак, колія, кордон, лінія, марка, масштаб, межа, межень, межі, мітка, найвищий, обмеження, обмежити, обмежувати, обрис, обсяг, ознака, околиці, оцінка, поділ, позначати, позначення, позначити, позначка, покажчик, помітити, помічати, прикмета, прикордонний, припинення, риска, розділ, розмах, розподіл, ряд, слід, стрибати, тьмяний, тягнутися, упор, черга, штамп
Λεξικό:
πολωνική
Μεταφράσεις:
granica

Σχετικές λέξεις

παραμεθόριος βαφτίστηκε η... εκάλη με νέα τροπολογία-σκάνδαλο, παραμεθόριος η εκάλη, παραμεθόριος βαφτίστηκε η... εκάλη, παραμεθόριος περιοχή, παραμεθόριος κηφισιά, παραμεθόριος ορισμός, παραμεθόριος η καλαμάτα, παραμεθόριος δράμα, παραμεθόριος λεξικό, δράμα παραμεθόριος